Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2009

Βαρύ Ψάρεμα βυθού

Το βαρύ ψάρεμα βυθού είναι, ανάμεσα στις μεθόδους με πετονιά εκείνο που θεωρείται το περισσότερο ερασιτεχνικό, κι αυτό που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα , αν και σ' αυτό το ψάρεμα ασχολείται μεγάλος αριθμός ερασιτεχνών και ιδιαίτερα εκείνοι που συχνάζουν σε ανοιχτές θάλασσες και ασχολούνται κύρια με τη σύλληψη μεγάλων ψαριών.
Το βαρύ ψάρεμα βυθού είναι σίγουρα η πιο διαδομένη μέθοδος σ' όλα τα μέρη του κόσμου.
Στα νερά της Κεντρικής Αμερικής, στις ακτές των θαλασσών και των ωκεανών, χιλιάδες ψαράδες συνδέουν τα αγκίστρια τους με βαριά μολύβια, που σκοπό έχουν να τα κρατούν στο βυθό, σε κατάσταση αναμονής.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, το ψάρι πιάνεται αυτόματα στο αγκίστρι και με τα τραβήγματα που κάνει στην πετονιά, στην απελπισμένη του προσπάθεια για φυγή ειδοποιεί τον ψαρά για την παρουσία του.Οι βαριές μέθοδοι βυθού δεν διαφέρουν, στην ουσία τους, στις διάφορες περιοχές και ηπείρους. Στην Ευρώπη η βαριά πετονιά βυθού θα τοποθετηθεί σε ένα καλάμι πετάγματος που έχει μηχανάκι, ενώ σε άλλα μέρη όπως στην Κεντρική Αμερική, την Ασία και αλλού (εν μέρει και στην Ελλάδα) η πετονιά συνήθως θα κρατιόταν στο χέρι και τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκε στο καλάμι , αλλά η κύρια αρχή είναι παντού η ίδια και τα μόνα που αλλάζουν είναι οι λεπτομέρειες χωρίς πρακτική σημασία.Θα προσπαθήσω να περιγράψω τον πιο εξελιγμένο εξοπλισμό που έχουν οι ερασιτέχνες ψαράδες.

Τα καλάμια για το βαρύ ψάρεμα βυθού:
είναι πολύ διαφορετικών μοντέλων, ανάλογα με τις ανάγκες του τόπου ψαρέματος και τα ψάρια που θέλουμε να πιάσουμε (ή που είναι πιθανότερο να πιάσουμε). Κι αν θέλω να περιγράψω λίγο αυτό τον εξοπλισμό θα πρέπει να αφιερώσω τουλάχιστο λίγο χώρο.

Καλάμια για το ψάρεμα βυθού.
Αντίθετα απ" αυτό που μπορεί να πιστεύουν πολλοί, τα καλάμια πετάγματος για το ψάρεμα βυθού στη θάλασσα είναι διαφορετικών ποσοτήτων και δύναμης: ένα βαρύ καλάμι για το πιάσιμο μεγάλων ψαριών βυθού θα είναι ακατάλληλο για το ψάρεμα των γλωσσών και των μουρμούρων στην ακτή και ένα καλάμι που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί σε βραχώδεις περιοχές, όπου είναι αναγκαίο να τραβηχτεί με ταχύτητα η πετονιά με τα βαρίδια, θα πρέπει να έχει αντίσταση και κατασκευή διαφορετική απ' αυτή που θα χρησιμοποιηθεί για το ψάρεμα σε ακρογιαλιές.
Το καλάμι για το ψάρεμα μεγάλων ψαριών είναι ένα πολύ απλό μοντέλο: φτάνει στο μήκος των δυο μέτρα το πολύ, για να αποφεύγεται η υπερβολική ελαστικότητα, έχει δακτυλίδια από ατσάλι ανοξείδωτο οδηγούς του νήματος και το δακτυλίδι κορυφής, όλα υπερυψωμένα.
Το σύνολο του καλαμιού είναι εξαιρετικά γερό και τα χρησιμοποιημένα υλικά για την κατασκευή του είναι διαφορετικά.αποτελούνται απο class A aerospace grade carbon fibre, τροποποιημένη εποξιδική ριτήνη. Μονές και πολλαπλές πλέξεις των υλικών αυτών, επικαλύπτονται σε στρώσεις με περιέλιξη υπό συνθήκες πίεσης. Επιπλέον δυσδιάστατο twill weave carbon στο στέλεχος πάνω από τη λαβή για επιπρόσθετη δύναμη και συνοχή.

Σχεδόν όλα τα μεγάλα ψάρια βυθού, το πιάσιμο των οποίον επιτυγχάνεται κρατώντας ακίνητο το δόλωμα, καταπίνουν βαθιά τ" αγκίστρι και γι αυτό δεν είναι αναγκαία κάποια ιδιαίτερη δράση του καλαμιού. Μ' άλλα λόγια, αυτό το βαρύ όργανο χρησιμεύει αποκλειστικά για το τράβηγμα των βαριών παράμαλλων της πετονιάς με το ψάρι, πιθανότατα, αγκιστρωμένο.

Τα καλάμια βυθού, που χρησιμοποιούνται για το ψάρεμα των μεγάλων ψαριών απο την ακτή, είναι αντίθετα πιο μακριά., φτάνοντας μερικές φορές σε μήκος μεγαλύτερο από τρία μέτρα. Είναι πιο ελαφριά και πρέπει να έχουν χαρακτηριστικά νευρικότητας και τέτοιας ελαστικότητας ώστε να παρουσιάζουν ευαισθησία στο κάθε μικρό τράβηγμα. Τα ψάρια της άμμου συχνά τσιμπούν ελαφρά το δόλωμα κι είναι αναγκαίο να καταλάβουμε πως τσίμπησαν, για να τα πιάσουμε ξαφνικά με την δράση τού εργαλείου μας. Τα καλύτερα υλικά για την κατασκευή αυτών των καλαμιών είναι το μπαμπού ρεφαντύ και η ίνα γυαλιού, ενώ το συνηθισμένο μπαμπού δεν προσφέρει ικανοποιητικές εγγυήσεις για αυτές τις ανάγκες.
Για το ψάρεμα των μικρών και μεσαίων ψαριών από την ακτή, το καλάμι έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με το προηγούμενο και διαφέρει απ' αυτό μόνο στην μικρότερη διατομή και ισχύ. Και γι αυτό το εργαλείο, το καλύτερο υλικό είναι πάντα το High carbon ενώ.
Το καλάμι απονευρώνεται εξαιτίας της ορμής του ριξίματος στη μέγιστη απόσταση βαριδιών σημαντικού βάρους, που μερικές φορές φτάνουν τα πεντακόσια γραμμάρια. Τα ψάρεμα, πράγματι, γίνεται μόλις στην άκρη της ξηράς .Το καλάμι μετά συνεχώς πιέζεται απ' την ορμή των κυμάτων και συχνά από τη βιαιότητα τους, ιδιαίτερα σε ορισμένες περιοχές ανοιχτής θάλασσας κι έτσι φτάνει εύκολα η κόπωση του εργαλείου.

Μια ειδική φροντίδα, για όποιον θα ήθελε να κατασκευάσει το καλάμι μόνος του, θα έπρεπε να δοθεί στην επιλογή των δαχτυλιδιών που οδηγούν το νίμα η την πετονιά, ιδιαίτερα για το δαχτυλίδι της κορυφής: υλικά που δεν έχουν τη σωστή αντίσταση στην δράση της αρμύρας και φθείρονται, προκαλούν αισθητές καταστροφές στο νήμα που τρώγεται και αδυνατίζει σε κάθε πέταγμα και ακόμα περισσότερο σε κάθε επαναφορά. Τα δαχτυλίδια αυτά πρέπει να ελέγχονται συνεχώς και όσο είναι δυνατό να πλένονται με γλυκό νερό στο τέλος κάθε ψαρέματος.

Το μηχανάκι: το μηχανάκι για το βαρύ ψάρεμα βυθού στη θάλασσα πρέπει να είναι του τύπου με σταθερή μπομπίνα και πρέπει να μπορεί να περιέχει τουλάχιστον εκατόν πενήντα μέτρα πετονιάς διαμέτρου 30-50 εκατοστών ή και μεγαλύτερης. Χωρίς να φτάνει το βάρος της κουβαρίστρας που χρησιμοποιείται σ' ανοιχτή θάλασσα για το ψάρεμα με συρτή, πρέπει εν τούτοις να είναι αρκετά βαριά,
Οι εγγλέζικες κι οι αμερικάνικες εταιρείες κατασκευάζουν μηχανάκια με υλικά που αντιστέκονται, στην αλμύρα αλλά



παρουσιάζουν το ελάττωμα να είναι αρκετά ακριβά, ενώ τελειοποιημένα μηχανάκια για βαρύ ρίξιμο, κατασκευασμένα στη Γαλλία και την Ιταλία, είναι αρκετά πιο φτηνά. Οι ιταλικές κατασκευές για ανοιχτή θάλασσα περιέχουν μέχρι και 300 μέτρα πετονιάς, διαμέτρου 80 - 100 εκατοστών. Οι γαλλικές κατασκευές λίγο λιγότερο, αλλά πάλι σε ποσότητα που αρκεί για κάθε ανάγκη, σ' αυτό το είδος ψαρέματος.
Οι Αμερικανοί ψαρεύουν με βαρύ ρίξιμο στη θάλασσα με μηχανάκια με περιστροφική μπομπίνα, σύμφωνα με την παραδοσιακή μέθοδο, αλλά επειδή με σταθερή μπομπίνα προφανώς είναι πιο άνετη στη χρήση, τελευταία αντικαθιστά την πρώτη, σταδιακά σ' όλα τα μέρη. Το μηχανάκι με περιστροφική μπομπίνα μπορεί να θεωρηθεί πλέον








χρήσιμη, μόνο για τη βαριά συρτή για μεγάλα ψάρια «δρομείς», όπως τους ξιφίες, τους τόνους και τους καρχαρίες ακόμα, επειδή οι πετονιές που χρησιμοποιούνται για την μεγάλη συρτή δεν μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν για το ρίξιμο.
Η πετονιά. Προλέγοντας πως το προτιμότερο υλικό για την πετονιά είναι το νήμα από νάϋλον ή άλλο συνθετικό υλικό, η προσοχή μας πρέπει να δοθεί ολόκληρη στην επιλογή της πιο σύμφορης διαμέτρου, ανάλογα με το είδος ψαρέματος που θέλουμε να κάνουμε και, προπάντων, τα είδη και το μέγεθος των ψαριών που είναι πιο πιθανό να συναντήσουμε,
Ψαρεύοντας απ' την ακρογιαλιά τους μεγάλους σαργούς , μυλοκόπια και τσιπούρες, θα αρκεί να χρησιμοποιήσουμε νήμα από νόϋλον διαμέτρου 60 εκατοστών .
Συνήθως στις ακτές του Ατλαντικού, στην Αμερική όπως και στην Ευρώπη, η πιο συνηθισμένη διάμετρος του νήματος φτάνει στα 80 εκατοστά. Η αντίσταση του νήματος και η δράση του μηχανάκι , του οποίου ο συμπλέκτης πρέπει πάντα να ελέγχεται, εξασφαλίζουν το πιάσιμο ψαριών, ακόμα και πολύ μεγάλων διαστάσεων. Το πιάσιμο τριγώνων, και ορισμένων καρχαριών με νήμα και νάϋλον 60 εκατοστών, δεν είναι σπάνιο πράγμα. Πρόκειται, προφανώς, για τυχερές περιπτώσεις, αν και πιο συχνά η επιτυχία οφείλεται στην επιδεξιότητα του ψαρά.

Η πετονιά,
σχεδόν παντού, συνδέεται απευθείας με το αγκίστρι, αποφεύγοντας έτσι οποιονδήποτε κόμπο που θα την αποδυνάμωνε. Με ειδικούς κόμπους, το βαρίδι, που δένεται με νήμα μικρότερης διαμέτρου, ενώνεται με την πετονιά, έτσι που αν από ατύχημα, το βαρύ μολύβι σκαλώσει σε κάποιο εμπόδιο θα είναι δυνατό να το εγκαταλείψουμε στο βυθό, χωρίς να καταστρέψουμε την πετονιά. Αυτή η προφύλαξη είναι σημαντική, προπάντων αν ψαρεύουμε σε βραχώδεις ή μικτές περιοχές. Το χάσιμο του αγκιστριού μαζί με το μολύβι δεν θα ήταν από μόνο του κάτι το πολύ σοβαρό εκτός απ' την περίπτωση, που τυχαίνει μερικές φορές, κατά την οποία το ίδιο το ψάρι, στη φυγή του μέσα στο βυθό, προκαλεί το σκάλωμα του μολυβιού σε εμπόδια απ' τα οποία δεν μπορούμε να το ξεσκαλώσουμε. Αν χάσουμε το βαρίδι, το ψάρι μπορούμε πάντα να το φέρουμε έξω.
Τα παράμαλα της πετονιάς βυθού είναι διαφορετικής κατασκευής και υλικού αλλά πιο συχνά από απλό νάϋλον όπως είπα απ' το ίδιο το νάϋλον της μάνας αν το ψάρεμα γίνεται για συναγρίδες, τσιπούρες ή μυλοκόπια. Αντίθετα, στα μέρη όπου γνωρίζουν πως υπάρχουν μεγάλα ψάρια, οι ψαράδες έχοντας γίνει έμπειροι μετά από προηγούμενες πικρές εμπειρίες, δένουν την πετονιά σ' έναν μπράτσο από νήμα ατσαλιού,
και αυτό στο μάτι του αγκιστριού. Βέβαια το δόλωμα παρουσιάζεται καλύτερα με παράμαλα αποτελούμενα από νάϋλον αλλά μιας και το ψάρεμα βυθού από τη ξηρά για μεγάλα ψάρια γίνεται μόνο τη νύχτα αυτή η δυσχέρεια χάνει πολλή απ" την σημασία της.
Απ" την άλλη μεριά, τα ψάρια που μπορούν να σπάσουν ή να κόψουν την πετονιά, είναι σχεδόν πάντα ψάρια βυθού, συνηθισμένα να ψάχνουν την τροφή και να την καταπίνουν χωρίς υπερβολικούς δισταγμούς. Μ' αυτό τον τρόπο συμπεριφέρονται τα τρίγωνα, τα σελάχια κι η σμέρνα, που δεν θα εγκαταλείψουν ποτέ το δόλωμα που τσίμπησαν, ακόμα κι αν αισθανθούν τον κίνδυνο που φαίνεται με το μεταλλικό σύρμα.
Πολύ δύσκολο, αντίθετα, θα είναι να συλληφθεί ένας σαργός με πετονιά που έχει μεταλλικά παράμαλα. Σχεδόν όλα τα περαστικά ψάρια κι εκείνα του αφρού, συνηθίζουν να δοκιμάζουν το δόλωμα πολλές φορές πριν αποφασίσουν να το πιάσουν στέρεα ανάμεσα στα χείλια τους.
Οπωσδήποτε, τα πιο ανθεκτικά μεταλλικά σύρματα και ταυτόχρονα τα πιο λεπτά, είναι εκείνα που φτιάχνουμε με τις χορδές των μουσικών οργάνων. Είναι εύκολο, διαλέγοντας αυτό το υλικό, να βρούμε τη διάμετρο που ταιριάζει περισσότερο με το είδος ψαρέματος που θέλουμε να κάνουμε. Πρόκειται επίσης για οικονομικό υλικό που βρίσκει κανείς εύκολα. Τα μεταλλικά σύρματα πρέπει να ελέγχονται συνεχώς και σχεδόν πάντα μετά από μερικά ψαρέματα, πρέπει να αντικαθίστανται γιατί φθείρονται απ' την αλμύρα.

Το αγκίστρι.
Τα αγκίστρια για το βαρύ ψάρεμα βυθού πρέπει να είναι ιδιαίτερα γερά, ακόμα και στις διαστάσεις που χρειάζονται για το πιάσιμο των μικρότερων ψαριών. Αυτή η ανάγκη ξεκινά απ' την πιθανότητα να συναντήσουμε ψάρια εξαιρετικού μεγέθους και δύναμης, πιθανότητα καθόλου σπάνια σ; αυτό το είδος ψαρέματος.
Η σύνδεση του αγκιστριού στην πετονιά ή στο μεταλλικό παράμαλο, πρέπει να είναι γερή και να εξασφαλίζει τη στερεότητα σε οποιοδήποτε τράβηγμα του αγκιστρωμένου ψαριού, γι' αυτό και προτιμούνται πάντα τα αγκίστρια με μάτια. Οποιαδήποτε άλλη μορφή ή μέθοδος σύνδεσης στην πετονιά δεν εξασφαλίζει ποτέ τέλεια την αντοχή του.
Πρέπει να σημειωθεί, τέλος, πως στο βαρύ ψάρεμα βυθού το αγκίστρι δολώνεται με μεγάλα κομμάτια, με κομμάτι ψαριού, ολόκληρες σαρδέλες ή μαρίδες, φούντες από κάμπιες ή μαλάκια, που επιτρέπουν σε κάθε περίπτωση να κρυφτεί, όταν είναι αναγκαίο, το μάτι του αγκιστριού.
Το μάτι επιτρέπει επίσης να αντικαθίσταται γρήγορα το αγκίστρι που στράβωσε σε μια πέτρα ή άλλα εμπόδια του βυθού, με άλλο καινούργιο, αντί να λιμαριστεί το αγκίστρι με μια κατάλληλη πέτρα που πολλοί προνοητικοί ψαράδες -εν τούτοις έχουν πάντα μαζί τους. Στο βαρύ ψάρεμα βυθού ο έλεγχος του αγκιστριού πρέπει να γίνεται μετά από κάθε επαναφορά, στο βαθμό που αρκεί το χτύπημα της μύτης με ένα σκληρό εμπόδιο, ακόμα και μόνο εξαιτίας του κύματος, για να χάσει την αιχμηρότητα του έστω και λίγο αλλά αρκετό για να χαθεί το θήραμα.


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου